Magyar-Görög szótár »

(f) görögül

MagyarGörög
falat

κομμάτι◼◼◻

δαγκώνω

η μπουκιά

τσίμπημα

falatozás

κολατσιό

falazás

λιθοδομή◼◼◼

falazat

τοιχοποιία◼◼◼

Falco (madárnem)

Γεράκι

falcsont

βρεγματικό

falevél

φύλλον

falfestmény

τοιχογραφία

fali lebeny

βρεγματικός λοβός

fali szekrény

ντουλάπι

falka

αγέλη

κοπάδι

ποίμνιο

Falkland-szigetek

Νήσοι Φάλκλαντ

fallabda / squash

σκουός

fallabda ütő / squash ütő

ρακέτα του σκουός

fallosz

φαλλός

falragasz

αφίσα

falu

χωριό (το)◼◼◼

πόλη◼◻◻

τοποθεσία

falucska

χωριό

χωριουδάκι

falusi

χωριάτης

χωρικός

faméréstan

δενδρομετρία

fametszés

κλάδεμα◼◼◼

κλάδευση

fametszet

ξυλογραφία

(familiar) ti, (polite) önök

εσείς

fanatikus

φανατικός

fanatizmus

φανατισμός

fanerozoikum

Φανεροζωικός

Fanerozoikum

Φανεροζωικός αιώνας

fanevelés

δενδροκαλλιέργεια

δενδροκομία

fánk

λουκουμάς

3456