Magyar-Görög szótár »

íz görögül

MagyarGörög
íz

γεύση◼◼◼

άρωμα◼◼◻

η γεύση◼◼◻

προτίμηση

γεύομαι

γούστο

μαρμελάδα

ízeltlábú

Αρθρόποδα◼◼◼

αρθρόποδο

ízeltlábúak

αρθρόποδα

Ízeltlábúak

Αρθρόποδα

ízelttestűek

αρθρωτά

ízes

εύγευστος

νόστιμος

ízetlen

άγευστος

ízlel

γεύομαι

γεύση

γούστο

δοκιμάζω

ízlelni

να γεύεσαι

ízlelés

γευστικός◼◼◼

ízletes

αφεντικό

εύγευστος

εύγευστος , εύγευστη , εύγευστο

ízlés

γεύομαι

γεύση

γούστο

προτίμηση

το γούστο

ízlés szerint

κατά προτίμηση

ízléses

καλαίσθητος

ízléstelen

άγευστος

íztelen

άγευστος◼◼◼

ízület

άρθρωση◼◼◼

άρθρο◼◼◼

αρμός

κλείδωση

μπάφος

τσιγαριλίκι

ízű

γεύση◼◼◼