Magyar-Görög szótár »

állvány görögül

MagyarGörög
állvány

βάση◼◼◼

πλατφόρμα◼◼◻

στήριγμα◼◼◻

πλαίσιο◼◻◻

σκελετός

εξέδρα

στέκομαι

állványzat

ικρίωμα◼◼◼

σκαλωσιά

festőállvány

καβαλέτο