ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
βραχοκιρκίνεζο (brachokirkínezo) | |
βρες το! (vkt pl. telefonon) ζητώ (-άω, -ήσω), (pénzt) βγάζω (-λω) | |
γαλάζιο (ghalázio), γαλανό (ghalanó), μπλε (ble), κυανό (kianó), γλαυκό (ghlafkó) | kék◼◼◼ |
γαλάζιος (galázios) | kék◼◼◼ |
γιατί δεν με αφήνεις να τραγουδήσω; (engedélyez) επιτρέπω (-ψω) | |
γκρίζος (grízos) | szürke◼◼◼ |
δάκρυ (το, tsz. δάκρια) | könny◼◼◼ |
δε θα φανώ για κάποιο χρονικό διάστημα, az előadás ideje alatt κατά τη διάρκεια της διάλεξης | |
δεν έχω τη δυνατότητα να αρνηθώ, (eshetőség) το ενδεχόμενο, (valószínűség) η πιθανότητα | |
δεν καταλάβαινα τίποτα στην εγχείρηση, (pl. nyaralás alatt) περνώ (-άω, -σω), (érzékel) καταλαβαίνω (καταλάβω) | |
διαδήλωση (η, tsz. -εις) | tüntetés◼◼◼ |
διαδραματίζομαι (ðiaðramatízome) | |
διαζύγιο (diazýgio) | válás◼◼◼ |
διάλεξη (η, tsz. -εις) | |
διαμένω (diaméno), κατοικώ (katikó), μένω (méno), ζω (zo) | |
διασταύρωση (η, tsz. -εις) | |
διεύθυνση (η, tsz. -εις) | cím◼◼◼ |
είδηση (η, tsz. -εις) | |
είμαι στη θέση να..., mi a helyzet? τι γίνεται; | |
εκδήλωση (η, tsz. -εις) | rendezvény◼◼◼ |
έκθεση (η, tsz. -εις) | kiállítás◼◼◼ |
ελάφι (eláfi) , ζαρκάδι (zarkáði) , δορκάδα (ðorkáða) ('Gazella dorcas') , άλκη (álci) ('Cervus elaphus') | szarvas◼◼◼ |
έλλειψη (η, tsz. -εις) | |
έναρξη (η, tsz. -εις) | |
ενδιαφέρον (το, tsz. ενδιαφέροντα) | |
ενοικίαση (η, tsz. -εις) | bérlés◼◼◼ |
εντύπωση (η, tsz. -εις) | benyomás◼◼◼ |
ένωση (η, tsz. -εις) | |
εξέλιξη (η, tsz. -εις) | |
εξέταση (η, tsz. -εις) | |
επαρκής (-ής-ές), (osztályzat) σχεδόν καλώς | elégséges◼◼◼ |
ερώτηση (η, tsz. -εις) | kérdés◼◼◼ |
εσύ τι θέλεις; (muszáj) πρέπει, (tagadva) χρειάζεται (-στεί) | |
έχω αγωνία, (lámpalázas) έχω τρακ | |
Ζάγκρεμπ (Zágkreb) | Zágráb◼◼◼ |
ζάρι (zári) | |
ζάρια (zária) |