Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
επαρκής (-ής-ές), (osztályzat) σχεδόν καλώς▼◼◼◼
επαρκώς▼◼◼◼
αρκετά▼◼◼◻
ικανοποιητικός▼◼◻◻
αρκετός▼
επαρκής εφοδιασμός τροφίμων▼
↑