ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

válás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
válás

διαζύγιο (diazýgio)◼◼◼

διάζευξη

χωρισμός

aktiválás

ενεργοποίηση◼◼◼

borotválás

ξύρισμα◼◼◼

kiválás

απόσχιση◼◼◼

renoválás

ανακαίνιση◼◼◼

tetoválás

τατουάζ◼◼◼

τατουάζ (tatouáz)◼◼◼

δερματοστιξία◼◼◻

κατάστιξη

τυμπανοκρουσία

Το ιστορικό σας