ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

megbízott σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
megbízott

εντολοδόχος◼◼◼

αντιπρόσωπος◼◼◻

καταπιστευματοδόχος◼◼◻

αναπληρωτής◼◼◻

διαχειριστής◼◼◻

πράκτορας◼◻◻

μεσάζων◼◻◻

διαμεσολαβητής◼◻◻

αντίκλητος◼◻◻

εργολάβος◼◻◻

πληρεξούσιος

εναλλακτικός

megbízott vezetés

κατ' ανάθεση διαχείριση

Το ιστορικό σας