ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

εργολάβος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
εργολάβος

alvállalkozó◼◼◼

vállalkozó◼◼◼

megbízott◼◻◻

υπεργολάβος

alvállalkozó◼◼◼

χτίστης / εργολάβος

epítő szakember