ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

láb (mértékegység) σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Láb (mértékegység)

Πόδι (μονάδα μήκους)◼◼◼

Το ιστορικό σας