ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

közösségi költségvetés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Közösségi költségvetés

κοινοτικός προϋπολογισμός/προϋπολογισμός της Κοινότητας

Το ιστορικό σας