ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

far σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
farmer

αγρότης

αγρότισσα

γεωργός

τζιν

το τζιν, το μπλου-τζιν

farmer / gazda

αγρότης

farmernadrág

τζιν

farok

ουρά◼◼◼

πούτσα

ψωλή

farok, sor

ουρά (η)

farsang

καρναβάλι◼◼◼

Αποκριά

ceruzafaragó

ξύστρα

cickafark

αχίλλεια◼◼◼

αγριαψιθιά

elfárad

κουράζομαι (-στώ)

emberfarkas

λυκάνθρωπος

Hajófar

Πρύμνη

Hajófar csillagkép

Πρύμνη (αστερισμός)

Kafarnaum

Καπερναούμ

katasztrófára való felkészülés

ετοιμότητα για την αντιμετώπιση καταστροφής

kérjük az összes autós utas fáradjon az autós fedélzetre a kiszálláshoz

όλοι οι επιβάτες με οχήματα παρακαλώ να προχωρήσετε προς το γκαράζ για αποβίβαση

faragó

λιθοξόος◼◼◼

farok

αλογοουρά

mezei cickafark

αγριαψιθιά

Michael Faraday

Μάικλ Φαραντέι

nagyon fáradtnak érzem magam

νιώθω πολύ κούραση

ne fárassz!

μη με κουράζεις!

Piroska és a farkas

Κοκκινοσκουφίτσα

prérifarkas

κογιότ

szafari

σαφάρι

szívinfarktus

έμφραγμα◼◼◼

έμφραγμα του μυοκαρδίου◼◼◻

Szívinfarktus

Έμφραγμα του μυοκαρδίου◼◼◼

túl fáradt vagyok

είμαι πολύ κουρασμένος / κουρασμένη

utolsó hívás a miami-ba utazó smith nevű utasnak, kérjük haladéktalanul fáradjon a 32-es kapuhoz

τελευταία αναγγελία για τον επιβάτη κ. σμιθ στην πτήση για μαιάμι, παρακαλώ να προσέρθει το γρηγορότερο δυνατόν στην έξοδο τριαντα δύο

vérfarkas

λυκάνθρωπος

λυκάνθρωπος (lykánthrōpos)

12

Το ιστορικό σας