ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

έμφραγμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
έμφραγμα

szívinfarktus◼◼◼

szívroham

Έμφραγμα του μυοκαρδίου

Szívinfarktus◼◼◼

έμφραγμα του μυοκαρδίου

szívinfarktus◼◼◼

szívroham