ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

aki, amely σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
aki, amely

ο οποίος (η οποία, το οποίο)

(mindenki) aki, amelyik, amilyen

όποιος (-α-ο)

Το ιστορικό σας