ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ón σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
báróné

βαρόνη

bárónő

βαρόνη

ceremónia

τελετή◼◼◼

ακολουθία

εθιμοτυπία

Cirkónium

Ζιρκόνιο◼◼◼

cirkónium

ζιρκόνιο (zirkónio)◼◼◼

csónak

σκάφος◼◼◼

πλοίο◼◻◻

η βάρκα

καράβι

csónakos

κωπηλάτης

csónakázik

πηγαίνω (πάω) / κάνω βαρκάδα / βόλτα με τη βάρκα

csónakázás

βαρκάδα (η)

Diakónus

Διάκονος

drón

κηφήνας

μη επανδρωμένο αεροσκάφος

e hónap

αυτό το μήνα

egy hónappal ezelőtt

πριν ένα μήνα

eladó / eladónő

πωλητής / πωλήτρια

eladónő

πωλήτρια

Eleai Zénón

Ζήνων ο Ελεάτης

elnézést, pillanatnyilag nincs szabad autónk

συγγνώμη, δεν υπάρχει τίποτα αυτή τη στιγμή

elárusítónő

κορίτσι

πωλήτρια

eufónium

ευφώνιο

eurózóna

Ευρωζώνη◼◼◼

felhasználónév

όνομα χρήστη◼◼◼

χρηστώνυμο

forgatónyomaték

ροπή◼◼◼

στρεπτική ροπή◼◻◻

gyóntatószék

εξομολογητήριο

gyónás

εξομολόγηση

ομολογία

hajónapló

ημερολόγιο◼◼◼

harmónia

αρμονικότητα

Harmónia (zene)

Αρμονία (μουσική)◼◼◼

hipertónia

υπέρταση◼◼◼

három hónapos próbaidő van

υπάρχει μια δοκιμαστική περίοδος τριών μηνών

Hérón

Ήρων

123

Το ιστορικό σας