ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αναπηρικό καροτσάκι

kerekesszék

tolókocsi

tolószék

ανατοκισμός

kamatos kamat

ανεξιθρησκία

szabadság◼◼◼

vallásszabadság◼◼◻

ανθρακικό

nulla

zéró

ανθρακικό οξύ

szénsav◼◼◼

ανθρακικό(ς)/ανθρακικό άλας

karbonát

ανθρακικός

karbonát◼◼◼

ανθρακίτης

antracit◼◼◼

Άντονυ Χόπκινς

Anthony Hopkins

Αντρέι Ταρκόφσκι

Andrej Arszenyjevics Tarkovszkij

Αξιωματικός (σκάκι)

Futó (sakk)

απάγκιο

menedék

menedékhely

απειλή (κίνδυνος) για τα υπόγεια ύδατα

talajvíz veszélyeztetés

απελατίκι

buzogány

szerecsendió

από που μπορώ να νοικιάσω ένα αυτοκίνητο;

hol tudok autót bérelni?

αποδείχτηκε το δίκιο μου

bebizonyosodott az igazam

αποδεκτό επίπεδο κινδύνου

elfogadható kockázati szint◼◼◼

αποδοκιμασία

helytelenítés◼◼◼

rosszallás◼◼◼

αποικία

kolónia◼◼◼

gyarmat◼◻◻

αποικίζω

gyarmatosít

αποικιοκρατία

imperializmus

kolonializmus

αποικιοκρατισμός

imperializmus

αποικίσει

gyarmatosít

αποικισμός

elfoglalás

gyarmatosítás

kolonializmus

megszállás

megszállás/elfoglalás

αποσκορακίζω

átkoz

megátkoz

αρλεκίνος

harlekin

6789