ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αγκιτάτορας

agitátor

αγκιτάτσια

agitáció

αγνωστικισμός

agnoszticizmus

αγνωστικιστής

agnosztikus

αγοράκι

kisfiú

αγροτικό οίκημα/αγροικία

gazdasági épület

αδικία

igazságtalanság◼◼◼

αδρανοποίηση (ακινητοποίηση) των ρύπων

szennyezőanyag immobilizálás

αέριο εξάτμισης (καυσαέριο) αυτοκινήτου οχήματος

gépjármű kipufogógáz

ακακία

akácia◼◼◼

ακίδα

csúcs◼◼◼

◼◼◻

szálka

ακίνδυνος

biztos

veszélytelen

ακινησία

mozdulatlanság◼◼◼

ακίνητη περιουσία

ingatlan◼◼◼

jószág

ακίνητο

ingatlan◼◼◼

ακίνητος

álló◼◼◼

élettelen

mozdulatlan

Ακίρα Κουροσάβα

Kuroszava Akira

ακολουθήστε τις πινακίδες προς ...

kövesse a jeleket a ...

ακουιλέγκια (akouilégkia)

harangláb

αλκίνιο

alkin

Αλκίνιο

alkinek

αλμυρίκι

tamariska

tamariszkusz

αλογάκι της Παναγίας

imádkozó sáska

αλογάκια

körhinta◼◼◼

άλογο σκάκιου

Αμέριγκο Βεσπούκι

Amerigo Vespucci

Αμερίκιο

Amerícium◼◼◼

αμερίκιο (ameríkio)

amerícium◼◼◼

αμοξυκιλλίνη

amoxicillin◼◼◼

αμπικιλλίνη

ampicillin◼◼◼

αναγγελία κινδύνου

információcsere kockázatról

ανάλυση κινδύνου

veszélyelemzés◼◼◼

ανάλυση φυσικών κινδύνων

természeti kockázatelemzés

5678