Hungarian-Greek dictionary »

ken meaning in Greek

HungarianGreek
mesterséges megtermékenyítés

εξωσωματική γονιμοποίηση◼◼◼

mesterséges megtermékenyítési módszer

τεχνητή γονιμοποίηση

miként

όπως◼◼◼

καθώς◼◼◻

ως◼◼◻

όσο◼◼◻

όταν◼◼◻

ενώ◼◻◻

αφού◼◻◻

milyen nyelveken beszél?

τι γλώσσες μιλάς;

minden pénteken

κάθε παρασκευή◼◼◼

kéné

Μυκήνες

nincs annyi pénzem, amennyi kéne

δεν έχω τόσα βιβλία όσα θα χρειαζόμουν

nyakken

γραβάτα (η)

λαιμοδέτης

ökológiailag érzékeny terület

οικολογικά ευαίσθητη περιοχή

ökopiaci tevékenység

οικολογικό μάρκετινγκ (οικολογική αγοραστική)

önként

εθελοντικός◼◼◼

önkéntes

εθελοντής◼◼◼

εθελοντικός◼◼◻

εκούσιος◼◼◻

προαιρετικός◼◼◻

εθελούσιος◼◻◻

önkéntesség

εθελοντισμός◼◼◼

önkényuralom

αυταρχία

δεσποτισμός

óránként

ωριαία◼◼◼

ωριαίος◼◻◻

óránkénti

ωριαία◼◼◼

ωριαίος◼◼◻

papírzsebkenő

χαρτομάντιλα

pénteken

την παρασκευή◼◼◼

pitta kenyér

πίτα

sérülékeny

ευάλωτος◼◼◼

εκτεθειμένος◼◼◻

ευπαθής◼◼◻

szabadidős tevékenység

δραστηριότητα κατά τον ελεύθερο χρόνο

szabadidős tevékenység környezeti hatása

περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τις δραστηριότητες αναψυχής

szeizmikus tevékenység

σεισμικότητα

szeletelt kenyér

φραντζόλα κομμένη σε φέτες

5678