Hungarian-Greek dictionary »

ken meaning in Greek

HungarianGreek
gyártás tevékenység

μεταποιητική (βιομηχανική) δραστηριότητα

gyékény

(gyékényfonat) η ψάθα

gyulladáscsökken

αντιφλεγμονώδες◼◼◼

hagyj békén!

άφησέ/άσε με (ήσυχο/η)!

havonkénti

μηνιαίος◼◼◼

hetenként

εβδομαδιαίος

hétfőnként a múzeum zárva tart

το μουσείο είναι κλειστό τις δευτέρες

hiszékeny

αφελής

εύπιστος

hiszékenység

ευπιστία◼◼◼

időnként

κατά διαστήματα◼◼◼

από καιρό σε καιρό◼◻◻

από καιρού εις καιρόν◼◻◻

πότε πότε

πού και πού

(igekötőként) ξανα- újra(-), még egyszer, megint, legközelebb, máskor is

ξανά

intézményi tevékenység

θεσμική (θεσμοθετημένη) δραστηριότητα

ipari tevékenység

βιομηχανική δραστηριότητα◼◼◼

irigy(kedő), féltékeny

ζηλιάρης-α-ικο

jelentékeny

σημαντικός◼◼◼

katonai tevékenységek

στρατιωτικές δραστηριότητες◼◼◼

keskeny

στενός◼◼◼

στενός (-ή-ό)

στενός / στενή / στενό

kény

τσαπουρνιά◼◼◼

költségcsökkentés

μείωση (του) κόστους◼◼◼

környékén

προς◼◼◼

για◼◼◼

lépésenként

βήμα προς βήμα◼◼◼

lisztérzékenység

κοιλιοκάκη◼◼◼

manilakender

αβάκα◼◼◼

manöken

μανεκέν◼◼◼

μοντέλο

másként

διαφορετικά◼◼◼

αλλιώς◼◼◻

ειδάλλως◼◻◻

megken

γρασάρω

δωροδοκώ

λαδώνω

megtermékenyítés

γονιμοποίηση◼◼◼

4567