ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη | |
εναγόμενος | alperes◼◼◼ |
ενάγων | felperes◼◼◼ |
εναέρια γραμμή (μεταφοράς ενέργειας) | |
εναέρια κυκλοφορία | |
εναέρια κυκλοφορία πολιτικής αεροπορίας | |
εναέριος | légi◼◼◼ |
εναλλαγή | csere◼◼◼ változás◼◼◼ vált◼◼◻ alternatív◼◼◻ változik◼◼◻ megváltoztat◼◻◻ |
εναλλαγή (ανταλλαγή) ηλεκτρονικών δεδομένων | |
εναλλάκτης | |
Εναλλακτική ιατρική | |
εναλλακτική τεχνολογία | |
εναλλακτικό υλικό | |
εναλλακτικός | alternatív◼◼◼ áll◼◼◻ más◼◼◻ alternatíva◼◻◻ másik◼◻◻ lehető◼◻◻ eltérő◼◻◻ elég◼◻◻ pillanat◼◻◻ segítség◼◻◻ választás◼◻◻ |
εναλλάξ | felváltva◼◼◼ váltakozva◼◼◻ váltakozó◼◻◻ |
εναλλασσόμενο ρεύμα | váltóáram◼◼◼ |
ενάμισης, μιάμιση, ενάμισι |