ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

alternatíva σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
alternatíva

επιλογή◼◼◼

εναλλακτικός◼◻◻

διέξοδος◼◻◻

εναλλαγή

alternatív anyag

εναλλακτικό υλικό◼◼◼

Το ιστορικό σας