ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

vele σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kedvelem ...; ... tetszik nekem

μου αρέσει να ...

kérjük tartsa készenlétben az útlevelét

παρακαλώ έχετε το διαβατήριο σας έτοιμο

kertművelés

κηπουρική◼◼◼

kétváltozós művelet

δυαδική πράξη

könnyű kijönni vele

χαλαρός

könyvelés

λογιστικά◼◼◼

λογιστικός◼◼◻

τήρηση λογιστικών βιβλίων/λογιστική

környezeti nevelés

περιβαλλοντική αγωγή

köz/közvélemény

κοινό

közvélemény

κοινό◼◼◼

közvélemény-kutatás

δημοσκόπηση

közvéleménykutatás

έρευνα κοινής γνώμης/σφυγμομέτρηση

láthatnám az útlevelét, kérem?

θα μπορούσα να δω το διαβατήριο σας παρακαλώ;

láthatnám az útlevelét és a beszállókártyáját, kérem?

μπορώ να δω το διαβατήριο και την κάρτα επιβίβασης;

láthatnám az útlevelét?

μπορώ να δω το διαβατήριο σας παρακαλώ;

levelesláda

γραμματοκιβώτιο

levelez

αλληλογραφώ

αλληλογραφώ (-ήσω)

levelezés

αλληλογραφία◼◼◼

αντιστοιχία

levelező oktatás

σπουδές μερικής απασχόλησης

levelezőcsoport

θεματική ομάδα

θεματική ομάδα (φόρουμ) συζήτησης [στο Διαδίκτυο]

levelezőlap

καρτ ποστάλ◼◼◼

κάρτα

megművelés

καλλιέργεια◼◼◼

mennyibe fog kerülni ezt a levelet ... küldeni?

πόσο θα κοστίσει να στείλω αυτό το γράμμα...;

mezőgazdasági föld megművelése

καλλιέργεια γεωργικής έκτασης

mi van veled? (meglehetősen közvetlen)

τι νέα; (σχετικά ανεπίσημο)

minden rendben van velem, köszönöm

είμαι εντάξει, ευχαριστώ

velési mód

μέθοδος καλλιέργειας

velési rendszer

σύστημα καλλιέργειας

velet

επιχείρηση◼◼◼

πράξη◼◼◼

λειτουργία◼◼◻

δράση◼◼◻

ενέργεια◼◼◻

κίνηση◼◻◻

επέμβαση◼◻◻

1234

Το ιστορικό σας