ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

százalék σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
százalék

ποσοστό◼◼◼

τοις εκατό◼◼◼

τοις εκατό (tois ekató)◼◼◼

εκατοστιαία αναλογία◼◼◻

επιτόκιο◼◻◻

ρυθμός◼◻◻

βαθμός◼◻◻

ποσοστιαίος

τις εκατό

százaléka

ποσοστό

százalékos

ποσοστιαίος◼◼◼

Το ιστορικό σας