ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

επιτόκιο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
επιτόκιο

kamatláb◼◼◼

kamat◼◼◼

figyelem◼◼◻

érdek◼◻◻

százalék◼◻◻

érdeklődés

ποιό είναι το επιτόκιο σε αυτό το λογαριασμό;

mi a kamatláb erre a számlára?

ποιό είναι το παρών επιτόκιο για προσωπικά δάνεια;

mi a jelenlegi kamatláb személyi kölcsönre?