ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

sugárvédelem σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
sugárvédelem

ακτινοπροστασία/προστασία από την (έκθεση σε) ακτινοβολία

Το ιστορικό σας