ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

reakció σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
reakció

αντίδραση◼◼◼

αντιδραστήριο◼◻◻

reakciókinetika

κινητική της αντίδρασης

fotokémiai reakció

φωτοχημική αντίδραση

kémiai reakció

χημική αντίδραση◼◼◼

χημικές αντιδράσεις◼◼◻

Kémiai reakció

Χημική αντίδραση◼◼◼

láncreakció

αλυσιδωτή αντίδραση◼◼◼

nukleáris reakció

πυρηνική αντίδραση

Το ιστορικό σας