ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mezőgazdasági σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mezőgazdasági

γεωργικός◼◼◼

αγρότης◼◻◻

mezőgazdasági agrárpolitika

γεωργική πολιτική

mezőgazdasági (agrár)politika

γεωργική πολιτική◼◼◼

mezőgazdasági alulértékelés

αγροτική (γεωργική) υποβάθμιση

mezőgazdasági berendezés

γεωργικά μηχανήματα

γεωργικός εξοπλισμός

mezőgazdasági biotechnológia

αγροτική βιοτεχνολογία

mezőgazdasági föld megművelése

καλλιέργεια γεωργικής έκτασης

mezőgazdasági gépezet

γεωργικά μηχανήματα

γεωργικός εξοπλισμός

mezőgazdasági hidraulika

γεωργική υδραυλική

mezőgazdasági hulladék

αγροτικά απόβλητα

mezőgazdasági ingatlan

αγροτεμάχιο

mezőgazdasági ipar

γεωργική βιομηχανία

γεωργοβιομηχανία

γεωργοβιομηχανία/γεωργική βιομηχανία

mezőgazdasági irányítás

γεωργική διαχείριση

mezőgazdasági jogszabályok

νομοθεσία στον τομέα της γεωργίας

mezőgazdasági katasztrófa

καταστροφή των καλλιεργειών

mezőgazdasági keretterv

πρόγραμμα-πλαίσιο για τη γεωργία

mezőgazdasági kifolyás

απόβλητα των καλλιεργειών

mezőgazdasági kitermelés

εκμετάλλευση καλλιεργειών

mezőgazdasági kártevő

παράσιτα των καλλιεργειών

mezőgazdasági módszer

γεωργική μέθοδος

mezőgazdasági politika

γεωργική πολιτική◼◼◼

mezőgazdasági szennyezés

ρύπανση (προερχόμενη) από τις καλλιέργειες

mezőgazdasági szerkezet

γεωργική διάρθρωση

mezőgazdasági termelés

γεωργική παραγωγή◼◼◼

mezőgazdasági termelés eszköze

μέσα γεωργικής παραγωγής◼◼◼

mezőgazdasági termék

γεωργικό προϊόν◼◼◼

mezőgazdasági tervezés

αγροτικός προγραμματισμός

mezőgazdasági terület

γεωργική έκταση◼◼◼

mezőgazdasági táj

αγροτικό τοπίο

mezőgazdasági tárolás

αγροτικά αποθέματα

Mezőgazdasági vontató

Τρακτέρ

mezőgazdasági ár

τιμή στο αγρόκτημα/τιμή παραγωγού

mezőgazdasági épület

αγροτικό οίκημα

mezőgazdasági ökológia

αγροτική οικολογία

feldolgozott mezőgazdasági termény

μεταποιημένη γεωργική παραγωγή

12

Το ιστορικό σας