ουγγρικά | ελληνικά |
---|---|
működés | λειτουργία◼◼◼ διαδικασία◼◼◻ επιχείρηση◼◼◻ υπηρεσία◼◻◻ κίνηση◼◻◻ πράξη◼◻◻ δράση◼◻◻ ενέργεια◼◻◻ συμπεριφορά◼◻◻ αποστολή◼◻◻ Συνάρτηση◼◻◻ καθήκον◼◻◻ επέμβαση◼◻◻ εξυπηρέτηση◼◻◻ δίωξη◼◻◻ |
működésbe hoz | |
működési | λειτουργικός◼◼◼ |
együttműködés | η συνεργασία◼◼◼ σύμπραξη◼◼◻ |
együttműködési elv | |
együttműködési politika | |
Európai Biztonsági és Együttműködési Szervezet | Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη◼◼◼ |
fejlesztési együttműködés | |
Gazdasági Együttműködési és Fejlesztési Szervezet | |
közreműködés | συνδρομή◼◼◼ βοήθεια◼◼◼ συνεισφορά◼◻◻ εισφορά◼◻◻ |
nemzetközi együttműködés | |
tudományos együttműködés |