ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

légnyomás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
légnyomás

ατμοσφαιρική πίεση◼◼◼

Légnyomás

Ατμοσφαιρική πίεση◼◼◼

légnyomásmérő

βαρόμετρο◼◼◼

kerékben való légnyomás

πίεση του λάστιχου

Το ιστορικό σας