ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

következtetés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
következtetés

συμπέρασμα◼◼◼

συμπέρασμα (το)◼◼◼

το συμπέρασμα◼◼◼

αποτέλεσμα◼◼◻

παραγωγή◼◼◻

λήξη◼◼◻

πόρισμα◼◻◻

συναγωγή◼◻◻

σύναψη◼◻◻

συλλογή◼◻◻

πέρας◼◻◻

αφαίρεση◼◻◻

είσπραξη◼◻◻

κατάληξη

τεκμήριο

εξαγόμενο

arra a következtetésre jutottam, hogy...

κατέληξα στο συμπέρασμα ότι...

Το ιστορικό σας