ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kérelem σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kérelem

αίτηση◼◼◼

αίτηση (η, tsz. -εις)◼◼◼

εφαρμογή◼◼◻

χρήση◼◼◻

πρόγραμμα◼◼◻

προσφυγή◼◼◻

ένσταση◼◻◻

πρόταση◼◻◻

έφεση◼◻◻

αιτούμαι

έκκληση

ζητώ

παράκληση

ικεσία

Το ιστορικό σας