ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ing σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Henry Kissinger

Χένρυ Κίσινγκερ

hering

ρέγκα◼◼◼

Ian Fleming

Ίαν Φλέμινγκ

információs klíringintézet

κέντρο ανταλλαγής πληροφοριών

jó napot (during forenoon and afternoon)

καλό απόγευμα (kaló apógevma)

Kalinyingrád

Καλίνινγκραντ◼◼◼

kemping

κατασκήνωση◼◼◼

το κάμπινγκ

χώρος κατασκήνωσης

kempingezés

κατασκήνωση◼◼◼

keringés

κυκλοφορία◼◼◼

σειρά◼◻◻

περιστροφή

στροφή

keringési rendszer

κυκλοφορικό σύστημα◼◼◼

keringő

βαλς

βαλσάρω

keringőzik

βαλσάρω

Kingston

Κίνγκστον

Kingstown

Κίνγκσταουν

klingon

γλώσσα Κλίγκον

Κλίγκον

klíring

εκκαθαριστικό◼◼◼

Kókusz (Keeling)-szigetek

Νησιά Κόκος

kontingens

ενδεχόμενο◼◼◼

környezeti monitoring

περιβαλλοντική παρακολούθηση◼◼◼

légköri monitoring

παρακολούθηση της ατμόσφαιρας◼◼◼

Leningrád

Λένινγκραντ◼◼◼

levegőminőségi monitoring

παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα

lingvisztika

γλωσσολογία

lízing

εκμίσθωση◼◼◼

εκμίσθωση/μισθωτήριο/σταύρωση

μισθωτήριο

σταύρωση

marketing

μάρκετινγκ◼◼◼

προώθηση◼◼◻

διάθεση στην αγορά◼◻◻

αγοραστική

εμπορία/διάθεση στην αγορά/αγοραστική (μάρκετινγκ)

Marketing

Μάρκετινγκ◼◼◼

1234

Το ιστορικό σας