ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

igazolvány σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
igazolvány

έγγραφο◼◼◼

πιστοποιητικό◼◼◼

κάρτα◼◼◻

αποδεικτικό◼◻◻

kérem az összes jegyet és vasúti igazolványt

τα εισητήρια και τις κάρτες παρακαλώ

személyi igazolvány

δελτίο ταυτότητας◼◼◼

δελτίο αστυνομικής ταυτότητας◼◻◻

ταυτότητα

ταυτότητα (η)

Το ιστορικό σας