ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hangulat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hangulat

ατμόσφαιρα◼◼◼

(kedv) η διάθεση, το κέφι, (társaságban) η ατμόσφαιρα

διάθεση

κέφι

hangulatban vagyok

έχω καλή διάθεση

nem vagyok olyan hangulatban

δεν έχω διάθεση

rossz hangulatban vagyok

έχω κακή διάθεση

Το ιστορικό σας