ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

eltalál σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
eltalál

καρφί◼◼◼

βρίσκω (βρω, βρήκα)

eltaláltam a célt (sikeresen)

πέτυχα το στόχο πετυχαίνω (πετύχω)

feltalál

εφευρίσκω

feltalálás

εφεύρεση◼◼◼

feltaláló

εφευρέτης

ο εφευρέτης

Το ιστορικό σας