ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ede σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
eredeti

πρωτότυπος

αυθεντικός

(valódi) γνήσιος-α-ο, (újszerű) πρωτότυπος-η-ο, (stílusos) αυθεντικός (-ή-ό)

αφετηριακός

eredetigazolás

πιστοποίηση◼◼◼

eredetileg

πρώτα◼◼◼

στην αρχή◼◼◼

eredetiség

πρωτοτυπία◼◼◼

erjedés

ζύμωση◼◼◼

esedékes

ανεξόφλητος◼◼◼

étkészlet (tányérok, edények)

πιατικά

Európai Környezetvédelmi Tanács

Ευρωπαϊκό Περιβαλλοντικό Συμβούλιο

Európai Környezetvédelmi Ügynökség

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος◼◼◼

Európai természetvédelmi terület

ευρωπαϊκό φυσικό καταφύγιο

éves jövedelem

ετήσιο εισόδημα◼◼◼

ezredes

συνταγματάρχης◼◼◼

σμήναρχος

fajvédelem

προστασία των ειδών◼◼◼

fedél

κάλυμμα◼◼◼

καπάκι◼◼◻

πώμα◼◼◻

κάλυψη◼◻◻

εξώφυλλο◼◻◻

fedélzet

επιτροπή◼◼◼

το κατάστρωμα◼◼◻

συμβούλιο◼◼◻

γέφυρα◼◻◻

πίνακας◼◻◻

διατροφή◼◻◻

σίτιση◼◻◻

κουβέρτα

fedélzeti program

ψυχαγωγικό πρόγραμμα

Federico Fellini

Φεντερίκο Φελίνι

fedés

κάλυψη◼◼◼

fedett

καλυμμένος

fedez

κάλυψη◼◼◼

υπηρεσία◼◼◻

εξυπηρέτηση◼◻◻

fedezék

κάλυψη◼◼◼

fedezés

κάλυψη◼◼◼

4567

Το ιστορικό σας