ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κουβέρτα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κουβέρτα

takaró◼◼◼

fedélzet

hallasz ok?

pokróc

κουβέρτα (kouverta)

takaró◼◼◼

pokróc

θα μπορούσα να έχω μια επιπλέον κουβέρτα παρακαλώ;

kérhetek egy plusz takarót?