ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

csütörtök σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
csütörtök

Πέμπτη◼◼◼

Παρασκευή◼◻◻

csütörtök délután 2 órára kell visszahozni az autót

πρέπει να έχει επιστραφεί μέχρι τις 2μμ. το σάββατο

csütörtökön

την πέμπτη◼◼◼

minden csütörtökön

κάθε πέμπτη◼◼◼

Το ιστορικό σας