ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

avas σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tavasz

άνοιξη◼◼◼

άνοιξη (ánoiksi)◼◼◼

άνοιξη (η)◼◼◼

αρχή

έαρ

έαρ (éar)

Tavasz

Άνοιξη◼◼◼

törvényjavaslat

νομοσχέδιο◼◼◼

vitorlavászon

καμβάς◼◼◼

12

Το ιστορικό σας