ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

εναλλαγή σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
εναλλαγή

csere◼◼◼

változás◼◼◼

vált◼◼◻

alternatív◼◼◻

változik◼◼◻

megváltoztat◼◻◻

alternatíva

εναλλαγή (ανταλλαγή) ηλεκτρονικών δεδομένων

elektronikus adatcsere

αμειψισπορά (αγροτεμαχίων)/εναλλαγή καλλιεργειών

termésforgó