Ελληνικά-Ουγγρικά λεξικό »

stop σημαίνει σε Ουγγρικά

ΕλληνικάΟυγγρικά
stop

eláll◼◼◼

Χριστόφορος (Christóphoros), Χρήστος (Hrḗstos)

Kristóf

Το ιστορικό σας