Hungarian-Greek dictionary »

maga meaning in Greek

HungarianGreek
magántulajdon közhasználatra való átadásáról nyilatkozat

επίσημη αναγνώριση του κοινωφελούς χαρακτήρα

magánvállalkozó

αυτεπάγγελτος

magánvállalkozó vagyok

είμαι αυτοαπασχολούμενος

magány

μοναξιά◼◼◼

ερημιά

magányos

απομακρυσμένος

magányosság

μοναξιά◼◼◼

magánzárka

απομόνωση◼◼◼

magas

υψηλός◼◼◼

μεγάλος◼◼◻

ψηλά◼◻◻

υψίσυχνος◼◻◻

ύπατος

αψηλός

ψηλός (-ή-ό)

ψηλός / ψηλή / ψηλό

magas hegy

όρος μεγάλου ύψους

υψηλό όρος

υψηλό όρος/όρος μεγάλου ύψους

magas sarkú cipő

ψηλά τακούνια

magas vérnyomás

υψηλή πίεση αίματος

magasépület

ουρανοξύστης

magasfeszültségű vezeték

γραμμή υψηλής τάσης

magaslat

υψόμετρο◼◼◼

ύψος◼◼◻

magasrangú

υψηλόβαθμος

magasság

ύψος◼◼◼

κορυφή◼◻◻

υψόμετρο/ύψος

magasugrás

Άλμα εις ύψος

magát

εσάς◼◼◼

magatartás

στάση◼◼◼

διαγωγή◼◼◻

διάθεση◼◼◻

είδος◼◼◻

magatartási minta

πρότυπο συμπεριφοράς

magatartástudomány

εθολογία (επιστήμη της συμπεριφοράς)

magától

αυτόματα◼◼◼

magától értetődő

αδιαμφισβήτητος

αυταπόδεικτος

123