Hungarian-Greek dictionary »

mag meaning in Greek

HungarianGreek
magánháztartás

μονάδα νοικοκυριού

magániskola

δημόσιο σχολείο◼◼◼

magánjog

ιδιωτικό δίκαιο◼◼◼

magánosítás

ιδιωτικοποίηση◼◼◼

magánszállítás

ιδιωτικές μεταφορές/μεταφορές με ιδιωτικά μέσα

magánszámlát szeretnék nyitni

θα ήθελα να ανοίξω ένα προσωπικό λογαριασμό

magánszektor

ιδιωτικός τομέας◼◼◼

magánszemély

άτομο◼◼◼

ατομικός◼◼◻

magánterület, nem nyilvános, privát

ιδιωτικό

magánterület/birtok

ιδιωτικός τομέας

magántulajdon közhasználatra való átadásáról nyilatkozat

επίσημη αναγνώριση του κοινωφελούς χαρακτήρα

magánvállalkozó

αυτεπάγγελτος

magánvállalkozó vagyok

είμαι αυτοαπασχολούμενος

magány

μοναξιά◼◼◼

ερημιά

magányos

απομακρυσμένος

magányosság

μοναξιά◼◼◼

magánzárka

απομόνωση◼◼◼

magas

υψηλός◼◼◼

μεγάλος◼◼◻

ψηλά◼◻◻

υψίσυχνος◼◻◻

ύπατος

αψηλός

ψηλός (-ή-ό)

ψηλός / ψηλή / ψηλό

magas hegy

όρος μεγάλου ύψους

υψηλό όρος

υψηλό όρος/όρος μεγάλου ύψους

magas sarkú cipő

ψηλά τακούνια

magas vérnyomás

υψηλή πίεση αίματος

magasépület

ουρανοξύστης

magasfeszültségű vezeték

γραμμή υψηλής τάσης

magaslat

υψόμετρο◼◼◼

ύψος◼◼◻

magasrangú

υψηλόβαθμος

magasság

ύψος◼◼◼

κορυφή◼◻◻

υψόμετρο/ύψος

123