Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
έκπτωση▼◼◼◼
παραχώρηση▼◼◼◼
(üzletben) η έκπτωση▼
αποζημίωση(εις)/βοήθημα/επίδομα/απαλλαγή/έκπτωση▼
μπορείτε να μου κάνετε έκπτωση;▼
η έκπτωση▼◼◼◻
↑