Please enable javascript to use dictionary! Howto enable javascript?
ακυρώνομαι▼
ματαιώνεται (-θεί)▼
καθυστερημένος (-η-ο)▼
καθυστερημένη χώρα▼
η παράσταση ματαιώθηκε▼
ματαιώνω▼
↑