Hungarian-Greek dictionary »

ül meaning in Greek

HungarianGreek
az adott körülmények között

στις δεδομένες συνθήκες

az akku le van merülve

έχει πέσει η μπαταρία

az akkumulátorom már majdnem lemerült

θα πέσει η μπαταρία μου

azonfelül

επιπλέον◼◼◼

εκτός◼◼◻

azonkívül

επιπλέον◼◼◼

εξάλλου◼◼◼

εκτός◼◼◻

επιπροσθέτως◼◼◻

barátokon keresztül

μέσω κοινών φίλων

be nem épített terület

μη δομημένη (αδόμητη) περιοχή

(be)bizonyít, kiderül, színt vall

αποδεικνύω, αποδείχνω (αποδείξω)

becsül

εκτίμηση◼◼◼

αξία◼◼◼

τιμή◼◼◻

υπολογισμός◼◼◻

εκτιμώ (-άω, -ήσω)

becsület

η τιμή◼◼◼

τιμή◼◼◼

τιμώ

becsületes

έντιμος

τίμιος

τίμιος (-α-ο)

becsületesség

εντιμότητα

τιμιότητα

becsületszó

λόγος της τιμής

becsülés

εκτίμηση◼◼◼

beküld

ηλεκτρονικό ταχυδρομείο◼◼◼

belül

εντός◼◼◼

μέσα

bennszülött

αυτόχθων

γηγενής

ιθαγενής

beteg épület szindróma

σύνδρομο του άρρωστου κτηρίου

beépített terület

δομημένη περιοχή◼◼◼

(πυκνο)δομημένη περιοχή/οικιστική περιοχή

οικιστική περιοχή

πυκνοδομημένη περιοχή

beültetés

εμφύτευση◼◼◼

boldog születésnapot

χαρούμενα γενέθλια

1234