dicţionar Maghiar-Greac »

tő înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
jelenség

σημασία◼◼◼

η σημασία◼◼◻

σπουδαιότητα◼◼◻

μέγεθος◼◼◻

αξία◼◻◻

έννοια◼◻◻

βάρος◼◻◻

σημαντικότητα◼◻◻

τιμή◼◻◻

νόημα

jogosítvány (vezei engedély)

δίπλωμα οδήγησης

jogsér

παραβάτης◼◼◼

járműveze

οδηγός◼◼◼

játékveze

διαιτητής

δικαστής

karkö

βραχιόλι

το βραχιόλι

kelte

εκκολαπτήριο◼◼◼

keltegép

εκκολαπτήριο◼◼◼

kerí

προαγωγός

ket

δύο◼◼◼

δύο (dýo)◼◼◼

δυάρι

ket (2)

δύο (2)◼◼◼

kets

διπλός◼◼◼

kets gazdaság

δυαδική οικονομία

kets hulladékgazdálkodás

διπλή διαχείριση (των) αποβλήτων

ketshangzó

δίφθογγος

ketspont

άνω και κάτω τελεία

κόλον

ketsség

δυαδικότητα◼◼◼

ketszáz

διακόσια

kicsinyí

υποκοριστικό

υποκοριστικός

kiegészí

επιπλέον◼◼◼

παράρτημα◼◼◼

πρόσθετος◼◼◼

συμπληρωματικός◼◼◻

συμπλήρωμα◼◼◻

εγγύηση◼◼◻

78910

Istoricul cautarilor