dicţionar Maghiar-Greac »

tő înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă

θέμα◼◼◼

κορμός

κοτσάνι

μίσχος

gy

μαστάρι

ke

κεφάλαιο◼◼◼

περιουσιακό στοιχείο◼◼◻

ενεργητικό◼◻◻

κιονόκρανο

ke szabad áramlása

ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου (κεφαλαίων)

kehal

μπακαλιάρος◼◼◼

μπακαλιάρος (bakaliáros)◼◼◼

γάδος◼◼◼

βακαλάος◼◻◻

μουρούνα◼◻◻

μπακαλιάρος / βακαλάος

kés réce

αγριόπαπια

αγριόπαπια (agriópapia)

kés réce

Αγριόπαπια

led függ

από εσένα εξαρτάται

r

εγχειρίδιο

ξιφίδιο

στιλέτο

zeg

τύρφη/ποάνθρακας

zegkitermelés

εξόρυξη τύρφης◼◼◼

zsde

χρηματιστήριο◼◼◼

Χρηματιστήριο αξιών◼◼◻

ανταλλαγή◼◻◻

συνάλλαγμα◼◻◻

(+ birtokos eset) után, nyomán, köveen

κατόπιν

(+ tárgyeset) elszokik vmil

ξεσυνηθίζω

(+ tárgyeset) undorodik vmil, utál mit

σιχαίνομαι (σιχαθώ)

(köszó) hogy

πως

ότι

(köszó) mint

παρά

-ből/ből, -ról/ről, -l/l

από

-l/-l

από

[+ tárgyeset] fél, megijed vmil

φοβάμαι

a lehe leggyorsabban

το ταχύτερο δυνατό / όσο το δυνατό πιο γρήγορα / όσο πιο γρήγορα γίνεται

a lehe leghamarabb

το συντομότερο δυνατόν◼◼◼

12