dicţionar Greac-Maghiar »

φοβάμαι înseamnă în Maghiară

GreacăMaghiară
φοβάμαι

[+ tárgyeset] fél, megijed vmitől

fél

félelem

φοβάμαι (-ηθώ)(+ tárgyeset vmtől)

fél

φοβάμαι (-ηθώ)(+ για vkit)

félt

φοβάμαι έχω ήδη σχέδια

félek már vannak terveim

φοβάμαι πως ...

félek hogy ...

φοβάμαι πως αυτό δεν μπορείτε να το πάρετε μαζί σας

félek azt nem viheti át

φοβάμαι πως αυτός ο αριθμός είναι απόκρυφος

attól tartok, hogy a szám titkosítva van