ουγγρικά | ελληνικά |
---|---|
felvesz | εγγραφή◼◼◼ |
felvet | αύξηση◼◼◼ |
felvétel | πρόσληψη◼◼◼ εγγραφή◼◼◼ λήψη◼◼◻ εισαγωγή◼◼◻ καταγραφή◼◼◻ άποψη◼◻◻ καταχώρηση◼◻◻ ηχογράφηση◼◻◻ εικόνα◼◻◻ είσοδος◼◻◻ πρόθεση◼◻◻ παραδοχή◼◻◻ |
felvetés | σημείο◼◼◼ θέση◼◼◼ αναφορά◼◼◻ |
felvettek a céghez | |
felvevőképesség | ζήτηση◼◼◼ |
Félvezető | Ημιαγωγός◼◼◼ |
felvilágosít | |
felvilágosítás | πληροφορίες◼◼◼ πληροφορία◼◼◻ ενημέρωση◼◼◻ γνώση◼◻◻ δεδομένα◼◻◻ |
felvilágosodás | |
(fel)virrad | |
felvitel | εφαρμογή◼◼◼ χρήση◼◼◼ επίχριση◼◻◻ |
felvonó | ανυψωτήρας◼◼◻ μεταφορά◼◼◻ |