ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
μεταφορά | szállít◼◼◼ fuvarozás◼◼◼ átvitel◼◼◼ átruházás◼◼◼ átutalás◼◼◼ áthelyezés◼◼◻ átszállítás◼◼◻ jár◼◼◻ visz◼◼◻ teher◼◼◻ lépés◼◼◻ átvisz◼◼◻ emel◼◼◻ áthelyez◼◼◻ teheráru◼◻◻ fuvaroz◼◻◻ átruház◼◻◻ átutal◼◻◻ átszállás◼◻◻ felvonó◼◻◻ adás◼◻◻ átszállít◼◻◻ költözik◼◻◻ áttétel◼◻◻ költözés◼◻◻ |
μεταφορά επιβατών/επιβατικές μεταφορές | |
μεταφορά επικίνδυνου υλικού (φορτίου) | |
μεταφορά τεχνολογίας | |
αγωγός μεταφοράς πετρελαίου/πετρελαιαγωγός | |
εναέρια γραμμή (μεταφοράς ενέργειας) | |
ηλεκτρική γραμμή (μεταφοράς ισχύος) | |
θα καλύπτονται τα έξοδα μεταφοράς; | |
κυκλοφορία οχημάτων μεταφοράς βαρέων φορτίων |